Από που ξεκινάει αυτό το κείμενο; Από αυτό που αντικρύζουν τα μάτια; Από τη λάμψη του σχεδόν ολόγιομου φεγγαριού πάνω στην ταραγμένη θάλασσα; Από αυτό που αντανακλά η ψυχή; Από σκόρπιες σκέψεις που διεμβολίζονται σε ένα απέραντο κενό;
Το βασικό είναι να μην σκέφτεσαι σε δεύτερο επίπεδο. Να μην φιλτράρεις, να μην κρίνεις, να μην αποτιμάς. Αυτό το αποτιμάς με παιδεύει. Δεν είναι η λέξη που ψάχνω αλλά τώρα είναι αργά. Άλλη μια φορά που μια ξένη γλώσσα μου κλέβει την δική μου. Πάντα είχα μια αντιπάθεια για εκείνους που ανακατεύουν τις γλώσσες. Τώρα έγινα ένας απο αυτούς. Μερικές φορές απλά δεν έρχονται οι λέξεις που ψάχνεις στη γλώσσα που θες.
Πίσω στο προκείμενο. Πρέπει οι λέξεις να πέφτουν βροχή. Χωρίς παύση για αναπνοή. Ελεύθερες από λογοκρισία και περιορισμούς. Μου έρχεται στο μυαλό ένας υπολογιστής που παράγει τυχαίες λέξεις, φράσεις. Είναι το ίδιο σημαντικό για κείνον όπως για μένα; Εκείνον τον προγραμματίζεις και παράγει ένα τυχαίο αποτέλεσμα. Το οποίο μπορεί σε μια τραγική σύμπτωση να είναι ένα λεκτικό αριστούργημα. Το δικό μου αποκλείεται να είναι. Άραγε η διαδικασία προσφέρει στο μηχάνημα την ίδια κάθαρση που αποζητώ κι εγώ;
Κακή μέρα ή καλύτερα κακή νύχτα διάλεξα για κάτι που δεν έχει αρχή και τέλος. Μετά από πέντε λεπτά άχρηστης πολυλογίας και ακόμα δεν αισθάνομαι τον καταιγισμό σκέψεων που είναι απαραίτητος για να προχωρήσω. Όλα μοιάζουν πιο τακτοποιημένα σήμερα. Μοιάζουν. Ποτέ δεν είναι στην πραγματικότητα.
Βλέπω την ψυχή μου σαν ένα βούρκο. Έναν μαύρο, γλοιώδη βάλτο που αποπνέει αηδία. Και είμαι τώρα απο πάνω σε έναν βατήρα και κοιτάζω κάτω. Πόση τόλμη χρειάζεται για να κάνω το βήμα; Φαντάζομαι την αίσθηση του βούρκου να περιτυλίγει το κορμί μου (είναι ενδιαφέρον ότι βλέπω το κορμί μου να βουτάει στην ψυχή μου - σαν να έχω ταυτίσει την ύπαρξη μου με το κορμί μου - πράγμα που ίσως εξηγεί και την ματαιοδοξία μου). Και μέσα στο βούρκο το απόλυτο σκοτάδι. Που να πρωτοψάξεις; Αφήνεις τα χέρια να ψαχουλεύουν στο σκοτάδι. Όπως όταν κάνεις μακροβούτι στη θάλασσα και φοβάσαι να ανοίξεις τα μάτια. Ξέρεις πως θα αισθανθείς περίεργα όταν τα αγγίξει το αλάτι και το καθυστερείς. Και στο μεταξύ βαδίζεις, κολυμπάς στο σκοτάδι.
Το πρόσωπο σου μου έρχεται στο νου. Λατρεύω τη θάλασσα. Να η πρώτη προσπάθεια να μπερδέψω ενσυνείδητα τις σκέψεις μου. Απώθηση; Χαμογελάω στον εαυτό μου. Σε έπιασα μπαγασάκο. Ξέρω θα πεις ότι όλα είναι τυχαία. Είναι η θάλασσα απέναντι, ο ήχος των κυμμάτων, οι συνευρέσεις των τελευταίων ημερών μαζί της. Είναι λογικό να προβάλλεται απρόκλητη. Είναι; Ίσως είναι, αλλά γιατί να προβάλλεται in the first place; Ορίστε δεν άντεξα. Έπαιξα με τους όρους του παιχνιδιού και δεν έκανα ούτε την παραμικρή προσπάθεια να βρω την ελληνική αντιστοιχία. Μάλλον έψαχνες και εναλλακτική οδό διαφυγής μπαγασάκο. Ακόμα δεν μου απάντησες. Γιατί να προβάλλεται η θάλασσα; Γιατί να προβάλλεται η σύγχυση με τις γλώσσες; Είναι που σκέφτηκα το πρόσωπο σου.
Θυμήθηκα μια βασανιστική σκέψη που έκανα χθες. Πάλι στο ίδιο μοτίβο, η θάλασσα μπροστά, το φεγγάρι πάνω της κτλ κτλ. Κι εγώ να αναρωτιέμαι πότε ακριβώς έγινε το κλικ και πέρασα από μια ζωή αισθαντική σε μια ζωή υπολογιστική. Πότε η επιβίωση απέκτησε τόση σημασία; Ώστε να γίνει η ζωή μια ατέλειωτη παρτίδα σκάκι! Βήμα βήμα, για περισσότερα θέλω, για μεγαλύτερη εξασφάλιση, για εντονότερο ανταγωνισμό. Βήμα βήμα ξέρω πως θα γυρίσεις, αλλά δεν γυρνάς πίσω. Πάνε οι ξέγνοιαστες μέρες που απλά κοιτούσες τη θάλασσα. Που δεν υπήρχε μέλλον, μόνο ένα ατέλειωτο παρόν. Πότε έγινε αυτό το κλικ; Στα 25, στα 30; Πότε ακριβώς; Σε λίγο θα κλείσω τα 35 και σε μερικά χρόνια θα μπορώ να προσθέσω και αυτόν το αριθμό στην παραπάνω ερώτηση. Πόσα χρόνια μου μένουν ακόμα; Είμαι άραγε στα μισά; Θα φτάσω τα 100 του παππού μου ή θα πεθάνω σύντομα απο κάποια ανίατη ασθένεια; Ή ίσως από ένα ατύχημα; Κάθε φορά η ίδια σκέψη όταν μπαίνω στο αεροπλάνο. Δεν θα συνηθίσω ποτέ αυτά τα ταξίδια. Δεν φοβάμαι. Απλά αναρωτιέμαι. Αναρωτιέμαι πως θα είναι η στιγμή και πριν περάσουν μερικά δευτερόλεπτα επιβεβαιώνω την ματαιότητα των πραγμάτων. Τίποτα δεν θα αλλάξει, εκτός από την προσωπική μου οπτική γωνία. Η οποία μάλλον θα γίνει οριζόντια... Το χιούμορ πάντα με διασώζει από τις δύσκολες σκέψεις.
Να κάτι που μου λείπει. Πέρα απο το προηγούμενο κλικ, υπάρχει και το κλικ απο το ανάλαφρο στο βαρύ. Κάποτε όλα ήταν αβάσταχτα ανάλαφρα (για να δανειστώ μια φράση του αγαπημένου μου συγγραφέα). Τώρα έγιναν απλά αβάσταχτα. Πότε σταμάτησα να γελάω με τον κόσμο; Η ζώη μου προσδιοριζόμενη απο κλικ. Λες και είμαι υπολογιστής. Ίσως τελικά πρέπει να αναλύσω περισσότερο το νόημα αυτής της φράσης. Πόσες φορές είπα υπολογιστής σε αυτό το κείμενο; Δεν πρέπει να είναι τυχαίο. Θέλω πραγματικά να το κοιτάξω κατάματα; Θέλω να συνεχίσω να γράφω;
Και ξαφνικά αναρωτιέμαι πως θα τελειώσει ένα κείμενο που δεν έχει τέλος... Μάλλον βάζοντας μια τελεία.