Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2007

- 4 -

Η Σοφία ήταν καθισμένη στα λευκά μάρμαρα του προαύλιου απολαμβάνοντας την πρωινή ηρεμία. Ένα πελώριο μαύρο πουλόβερ την έκανε να φαίνεται σαν ξεχασμένη κουκίδα σ’ έναν άδειο καμβά. Γυρόφερνε το λαιμό της, αγκάλιαζε το κορμί της και κατέληγε ατίθασα να τυλίγει τη λεπτή μέση της. Πιο κάτω, το ξεβαμμένο της τζιν έμοιαζε να έχει προσαρμοστεί στην ιστορία της σχολής: κουβαλούσε την παράδοση ενός μουσείου και την παλαίωση ενός κρασιού που ονειρεύεται να γίνει λικέρ.

Η Σοφία ονειρεύεται με τα μάτια ανοιχτά! Κοιτάζει μακριά… Εκεί που το βλέμμα τυφλώνεται και αναλαμβάνει το μυαλό. Εκεί που όλα μετασχηματίζονται σαν όραμα διψασμένου σε μια έρημο πάθους. Οι άχρωμοι τοίχοι πέφτουν και στη θέση τους υψώνονται καταπράσινα δένδρα. Οι βρώμικοι δρόμοι λιώνουν και γίνονται κρυστάλλινα ρυάκια. Τα μουντά σύννεφα διαλύονται αφήνοντας να φανεί ένας ζεστός παχουλός ήλιος.

Η Σοφία έφθανε στη σχολή πριν καν ξημερώσει. Περίμενε πάντα μερικά λεπτά στην κεντρική είσοδο μέχρι να έρθει ο θυρωρός και να ανοίξει το κλουβί. Της άρεσε αυτό το πρωινό συναπάντημα. Ο θυρωρός ήταν ένας μικροσκοπικός καλοσυνάτος γεράκος με ειλικρινές χαμόγελο. Δεν ήξερε το όνομά του, ούτε κι εκείνος το δικό της. Αντάλλασαν όμως τα ίδια λόγια και το ίδιο χαμόγελο κάθε μέρα. Ήταν μια οικεία καλημέρα σ’ έναν κόσμο κατά τ’ άλλα απόμακρο.

Η Σοφία αναζητά με οδηγό την καρδιά της! Πετάει χαρούμενα στους διαδρόμους της σχολής, πάνω από σώματα που περπατούν γρήγορα και από διάσπαρτες παρέες, αλλάζει κατευθύνσεις, περιστρέφεται, χρησιμοποιεί τον άνεμο σαν πουλί, μια πλησιάζει τη γη και μια απομακρύνεται. Κι όταν η ένταση του ονείρου μεγαλώνει, οι χτύποι της καρδιάς πληθαίνουν. Κι όταν τα χρώματα του ονείρου σβήνουν, οι χτύποι αραιώνουν.

Η Σοφία περίμενε όπως όλες τις μέρες. Περίμενε να δει το χάραμα στις μακρινές τις στέγες. Περίμενε να ακούσει το χασμουρητό του ουρανού καθώς ξυπνάει. Τούτη όμως τη φορά το χάραμα κρυβόταν. Κι ο ουρανός κομμάτια έκανε το ξυπνητήρι! Κι όπως εκείνη έστρεφε τα μάτια στον ορίζοντα αδημονώντας, είδε μια γιγάντια ακτίνα φωτός να ταλαντεύεται σαν προβολέας μες την ομίχλη. Και σαν να άνοιξε μια μυστική σχισμή του χρόνου, μπροστά στα μάτια της είδε εκείνον…