Κυριακή 13 Νοεμβρίου 2011

Μνημες

-Πως επιλέγει το μυαλό μεταξύ της μνήμης και της λησμονιάς; Γιατί κάποια γεγονότα καταλαμβάνουν τις πιο επιφανείς θέσεις στο εργο του παραλόγου ενώ κάποια άλλα κρύβονται πίσω από τα πιο απόμακρα έδρανα; Ποιος απάνθρωπος μηχανισμός ορίζει την ταυτότητα μας, τη συλλογή ιδεών που συμβολίζει αυτό που είμαστε;

Κάποιος προσπάθησε να με πείσει ότι συγκρατουμε μόνο τις θετικές στιγμές. Τοποθετούμε τις καλές φράουλες πάνω πάνω στο κεσεδάκι και αφήνουμε τις άγουρες ή σάπιες να καταχωνιαστούν σε κάποια αθέατη γωνιά. Έτσι αυξάνουμε την πιθανότητα να πουλήσουμε το κεσεδάκι. Έτσι εξασφαλίζουμε την επιβίωση μας. Τι γίνεται όμως όταν γνωρίζεις τον μηχανισμό; Όταν ξέρεις εκ των προτέρων ότι το μόνο που χρειάζεται είναι να κοιτάξεις λίγο καλύτερα; Ότι αν ανακινήσεις λίγο το κουτάκι, αν ταράξεις την επιτηδευμένη δομή της ύπαρξης σου, θα βρεθείς μπροστά σε αυτό που πάντα φοβόσουν πως βρισκόταν εκεί;

-Μην βυθίζεσαι σε νερά που δεν γνωρίζεις. Γιατί ψάχνεις να βρεις το κλειδί της ύπαρξης σου κάτω απο το χαλάκι όταν η πόρτα είναι ήδη ανοιχτή μπροστά σου; Τα ματια σου ζούνε το τώρα κι όμως εσύ επιμένεις να κοιτάς το πριν και το μετά. Η ζωή είναι ένα άμορφο παζλ ασύνδετων στιγμών. Κάθε στιγμή απο μόνη της είναι μια εν δυνάμει ζωή.

Κοίταξα τα λουλούδια που ήταν όμορφα τοποθετημένα στον πάγκο και δεν άργησα να βρω εκείνα που έψαχνα. Πλησίασα στο ταμείο και τα πρότεινα στην κοπέλα χαμογελώντας. Εκείνη σήκωσε το βλέμμα της και ανταμωσε το δικό μου. Και για μια στιγμή, για μια μοναδική στιγμή, πίστεψα ότι προσέφερα σ´ εκείνη τα λουλούδια. Κι εκείνη δίστασε τόσο όσο χρειαζόταν για να καταλάβω ότι πίστεψε ακριβώς το ίδιο. Κι υστερα η ζωή συνεχίστηκε και η εν δυνάμει ζωή πάγωσε για πάντα στο χρόνο.

Δεν μου χρειάζεται να θυμάμαι τα περασμένα. Μου αρκεί να ζω τις θύμησες που μου χρειάζονται.

-Μόνο εγώ λοιπόν επιζώ στα συντρίμμια; Γιατί νιώθω ότι δύσκολες στιγμές, τα ανηλεή γυρίσματα της τύχης, είναι που με κρατούν ζωντανή; Αυτά που φοβάμαι είναι αυτά για τα όποια ανοίγω τα μάτια μου το πρωί. Στηρίζομαι σε διαλυμένα όνειρα και τρέφομαι με τα απομεινάρια μιας αυταπατης. Κι όμως εκεί μοιάζει να βρίσκεται η πηγή της ενέργειας μου.

Πήγα στον τάφο του Β. να αφήσω λίγα λουλούδια. Κοίταξα γύρω μου. Πόσες εν δυνάμει ζωές θα μπορούσες να μετρήσεις! Διάβασα για μια ακόμη φορά τα λιγοστά γράμματα πάνω στο μάρμαρο. Πόσες φορές με μαχαίρωσαν, πόσο σκληρά με λύγισαν, πόση ζωη μου στέρησαν; Μα και συνάμα, πόσες μνήμες μου έσβησαν, πόση κατανόηση μου χάρισαν, πόση ελπίδα μου γέννησαν;

Δεν τις φοβάμαι πια τις σκιές. Μνήμες κρυμμένες δεν τις χωρά ο νους μου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: